Αθήνα-Οι επιστήμονες κρούουν τον κώδωνα τού κινδύνου
Αυξάνεται η συχνότητα της στεφανιαίας νόσου στις γυναίκες
Τον κώδωνα του κινδύνου για την αύξηση της συχνότητας της στεφανιαίας
νόσου στις γυναίκες, με κυριότερους ενοχοποιητικούς παράγοντες το
κάπνισμα και την παχυσαρκία, έκρουσαν ειδικοί επιστήμονες κατά
τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της
Καρδιάς.

Στις γυναίκες ηλικίας μικρότερης των 60 ετών έχουν διπλασιαστεί οι
περιπτώσεις διατοιχωματικού εμφράγματος του μυοκαρδίου και σε ηλικία
κάτω των 50 ετών έχουν τριπλασιαστεί. Τα 3/4 των γυναικών αυτών που
παθαίνουν έμφραγμα είναι καπνίστριες ενώ το 1995 καπνίστριες ήταν μόνο
το 1/3. Επίσης η παχυσαρκία αυξήθηκε από 18% σε 27%.

Πλην των κλασικών παραγόντων κινδύνου έχει ανακαλυφθεί επίσης, ότι τις
γυναίκες επηρεάζουν περισσότερο το μεταβολικό σύνδρομο, το στρες, η
κατάθλιψη και τα χαμηλά επίπεδα οιστρογόνων μετά την εμμηνόπαυση.

Σύμφωνα με τον καθηγητή Καρδιολογίας και πρόεδρο της Ελληνικής
Καρδιολογικής Εταιρίας, (ΕΚΕ), Γεώργιο Παρχαρίδη, η στεφανιαία νόσος
στις γυναίκες εκδηλώνεται με άτυπα ενοχλήματα όπως, πόνος στο λαιμό,
στον ώμο, πίσω στην πλάτη και δυσφορία στην κοιλιά, δύσπνοια στην
κόπωση, ναυτία ή έμετος, ιδρώτας, ζάλη, ανεξήγητη κόπωση. Πάντως τα
καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν δυστυχώς την πρώτη αιτία θανάτου σε
άνδρες και γυναίκες και είναι υπεύθυνα για πάνω από τους μισούς
θανάτους σε Ελλάδα και Ευρώπη.

Μάλιστα, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε ο Διευθυντής Καρδιολογικής
Κλινικής του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου και Αντιπρόεδρος της ΕΚΕ,
Ιωάννης Καλλικάζαρος, τα καρδιαγγειακά προκαλούν πάνω από 4,35
εκατομμύρια θανάτους στα 52 κράτη-μέλη της ευρωπαϊκής περιοχής της
Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας και περισσότερους από 1,9 εκατομμύρια
θανάτους κάθε έτος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με τον ΠΟΥ, οι
καρδιοπάθειες και τα εγκεφαλικά προκαλούν περισσότερους από 1 θάνατο
κάθε 2 δευτερόλεπτα παγκοσμίως. Είναι όσοι θάνατοι προκαλούν μαζί το
AIDS, η φυματίωση, ο διαβήτης και όλες οι μορφές καρκίνου και οι
χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις.

Ο μεγαλύτερος αυτόνομος παράγων κινδύνου για καρδιοπάθειες και
εγκεφαλικά είναι η αρτηριακή πίεση και σήμερα επηρεάζει περισσότερο
από 1 δισεκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, ανέφερε ο επίκουρος
καθηγητής Καρδιολογίας και Γενικός Γραμματέας της ΕΚΕ Κωνσταντίνος
Τσιούφης.

Εκτιμάται ότι έως το 2025 το 1/3 των ενηλίκων άνω των 25 ετών θα έχει
υπέρταση. Σήμερα υπολογίζεται ότι έχουμε παγκοσμίως 7 εκατομμύρια
θανάτους κάθε χρόνο από έμφραγμα του μυοκαρδίου και 5 εκατομμύρια από
εγκεφαλικό επεισόδιο, με το 50% και το 70% αυτών, αντίστοιχα, να
αποδίδονται άμεσα στην υπέρταση, επισήμανε ο κ. Τσιούφης.

Σύμφωνα με τους ειδικούς η συστολική πίεση (μεγάλη) δε θα πρέπει να
υπερβαίνει τα 140mmHg και η διαστολική (μικρή) τα 90mmHg. Αλλά
δυστυχώς, σήμερα, ο έλεγχος της αρτηριακής πίεσης είναι μη επαρκής και
μόνο το ένα τρίτο των υπερτασικών επιτυγχάνει επίπεδα αρτηριακής
πίεσης εντός του στόχου.

Ο κ. Τσιούφης αναφέρθηκε και στις νεότερες θεραπείες για την
αντιμετώπιση της υπέρτασης, όπως είναι η απονεύρωση του νεφρού.
Πρόκειται για μια αποτελεσματική μέθοδο για τη θεραπεία της ανθεκτικής
υπέρτασης παρά τη λήψη πολλών φαρμάκων, που εφαρμόζεται και στη χώρα
μας, στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Αθηνών. Μέχρι σήμερα η απονεύρωση έχει
εφαρμοσθεί σε 28 ασθενείς με υψηλή πίεση (πάνω από 160 η μεγάλη παρά
τη λήψη έως και έξι φαρμάκων) με πολύ καλά αποτελέσματα. Το 80% των
ασθενών μείωσαν την πίεσή τους έως και 35mmHg. H μέθοδος γίνεται με
τοπική αναισθησία, απαιτείται μία ημέρα νοσηλεία και δεν επηρεάζεται η
νεφρική λειτουργία. Γίνεται σε καλά οργανωμένα αιμοδυναμικά εργαστήρια
με έμπειρους επεμβατικούς γνώστες της μεθόδου.

Οι επιστήμονες πάντως επαναλαμβάνουν ότι τα καρδιαγγειακά νοσήματα
είναι κατ' εξοχήν αποτρέψιμα και σ' αυτό επικεντρώνεται ο Παγκόσμιος
Οργανισμός Υγείας, ώστε να ευαισθητοποιηθεί το κοινό στην πρόληψη στο
σπίτι και στην εργασία. Ο ΠΟΥ αναφέρει ότι μέτριες μειώσεις της
αρτηριακής πίεσης, της παχυσαρκίας, της χοληστερόλης και της χρήσης
του καπνού μπορούν να μειώσουν την εμφάνιση καρδιαγγειακών στο ήμισυ
της συχνότητάς τους. Χρειάζεται αλλαγή του τρόπου ζωής, λένε οι
επιστήμονες, επιμένοντας στην άσκηση και τη μεσογειακή διατροφή.