Αυξάνεται η κατανάλωση αλκοόλ από τους εφήβους και μειώνεται η χρήση του από τους ενήλικες
Αυξητική τάση παρουσιάζει η χρήση αλκοόλ από τους εφήβους παρά το γεγονός ότι η κατανάλωση οινοπνευματωδών στον γενικό πληθυσμό της Ελλάδας έχει αρχίσει να μειώνεται την τελευταία δεκαετία. Αυτό προκύπτει από τα αποτελέσματα δύο ερευνών ομάδας αποτελούμενης από την αναπληρώτρια καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, Αννας Κοκκέβη, και τους συνεργάτες της, που παρουσιάστηκαν από την κοινωνιολόγο Ιωάννα Σιάμου σε ημερίδα με θέμα «Στρατηγικές αντιμετώπισης των συνεπειών της χρήσης του αλκοόλ». Τα ποσοστά υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ σε εφήβους μαθητές παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις κατά την περίοδο 1998 - 2007 (1998:11,7%, 2003:13,2%, 2007: 14,8%), σύμφωνα με τα στοιχεία της πρώτης από τις δύο έρευνες, η οποία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της πανευρωπαϊκής έρευνας ESPAD και αφορούσε τη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών στον ελληνικό μαθητικό πληθυσμό ηλικίας 13-18 ετών. Το 27% των εφήβων μαθητών ανέφεραν ότι έχουν πιεί αλκοόλ είκοσι ή και περισσότερες φορές στον τελευταίο χρόνο. Συχνή χρήση οινοπνευματωδών (δέκα ή περισσότερες φορές τις τελευταίες 30 ημέρες) έχει κάνει το 14,5% των μαθητών και υπερβολική χρήση (πέντε ή περισσότερα ποτά στη σειρά τρεις ή περισσότερες φορές τις τελευταίες 30 ημέρες) το 14,8%. Μέθη μέσα στον τελευταίο μήνα ανέφερε το 12% των μαθητών. Πρώτα σε προτίμηση μεταξύ των μαθητών έρχονται τα ποτά με υψηλή περιεκτικότητα σε αλκοόλ (π.χ. ουίσκι, βότκα κτλ.) (24,8%). Όσον αφορά τα προβλήματα που αντιμετώπισαν οι μαθητές λόγω χρήσης αλκοόλ τον τελευταίο χρόνο, τα υψηλότερα ποσοστά εμφάνισαν τα προβλήματα σεξουαλικής συμπεριφοράς («σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλακτικό»:12%, «σεξουαλική επαφή για την οποία μετάνιωσε την επόμενη ημέρα»: 10,9%). Το 68,4% των μαθητών βλέπει μεγάλο κίνδυνο στην καθημερινή κατανάλωση 4-5 οινοπνευματωδών στη σειρά. Τα κορίτσια εμφανίζουν μεγαλύτερα ποσοστά αντίληψης κινδύνου συγκριτικά με τα αγόρια (75,6% και 60,3% αντίστοιχα). Τουλάχιστον ένα περιστατικό μέθης τον τελευταίο μήνα αναφέρεται κατά μέσο όρο από το 18% των μαθητών ηλικίας 16 ετών όλων των χωρών που έλαβαν μέρος στην έρευνα ESPAD ωστόσο το ποσοστό μέθης στην Ελλάδα είναι 12% και είναι χαμηλότερο του μέσου όρου των χωρών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της δεύτερης πανελλήνιας έρευνας για την χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών σε γενικό πληθυσμό ηλικίας 12-64 ετών η κατανάλωση αλκοόλ στο γενικό πληθυσμό φαίνεται να έχει μειωθεί μετά το 1998 (συχνή κατανάλωση οινοπνευματωδών: 32,9% το 1984, 32,2% το 1998 και 26,8% το 2004). Οι Έλληνες άνδρες (12-64 ετών) επικρατούν των γυναικών στην κατανάλωση οινοπνευματωδών (76,9% άνδρες και 54,6% γυναίκες καταναλώνουν οινοπνευματώδη μία ή περισσότερες φορές στις τελευταίες 30 ημέρες πριν από την έρευνα. Η μεγαλύτερη αύξηση της συχνής χρήσης οινοπνευματωδών (10 ή περισσότερες φορές στις τελευταίες 30 ημέρες) παρατηρείται και στα δύο φύλα στο πέρασμα από την εφηβική (4,7% και 1,2% αντίστοιχα) στην ηλικία των νεαρών ενηλίκων (35,7% και 17,9% αντίστοιχα). Το υψηλότερο ποσοστό περιστατικών μέθης τον τελευταίο μήνα και στα δύο φύλα παρατηρείται στους νεαρούς ενήλικες (33,5% και 18,7% αντίστοιχα). Το 16,4% των Ελλήνων οδήγησαν αφού είχαν καταναλώσει τρία ή περισσότερα ποτήρια οινοπνευματωδών ποτών στη σειρά. Το ποσοστό μέθης παρουσιάζει αντίθετα τάση αύξησης μεταξύ του 1998 και του 2004 (11,7% και 12,2% αντίστοιχα). Οι επιπτώσεις της κατανάλωσης αλκοόλ είναι ανάλογες της συγκέντρωσής τους στο αίμα και κυμαίνονται από την εμφάνιση διαταραχών στην οδήγηση μέχρι κώμα και θάνατο. «Η βαριά επεισοδιακή κατανάλωση αλκοόλ έχει ως κύρια επίπτωση την νευροτοξικότητα, ενώ επιδρά σε δομές που σχετίζονται με τη μνήμη, τη μάθηση και τη συμπεριφορά. Παρατηρείται απώλεια λευκής ουσίας του μετωπιαίου λοβού και μειωμένη δραστηριότητα των υποδοχέων NMDA οι οποίοι αποτελούν τον μοριακό μηχανισμό της μάθησης. Τέλος, αναφέρονται μεγαλύτερη συχνότητα ψυχολογικών προβλημάτων (στρες, συναισθηματικές διαταραχές), διαταραχές της «τρέχουσας» μνήμης και προσβολή των γνωστικών λειτουργιών. Οι συνέπειες είναι βαρύτερες όταν το φαινόμενο αυτό ξεκινά σε μικρή ηλικία» αναφέρει η αναπληρώτρια καθηγήτρια φαρμακολογίας στο ΑΠΘ Μαρία Μυρωνίδου Τζουβελέκη. Σύμφωνα με την ίδια, η βαριά επεισοδιακή κατανάλωση αλκοόλ μπορεί να προκαλέσει διαταραχή της ανάπτυξης του κεντρικού νευρικού συστήματος (ΚΝΣ) του εμβρύου σε περίπτωση κύησης. Εξάλλου η ταυτόχρονη κατανάλωση αλκοόλ και φαρμάκων μπορεί να επιφέρει φαρμακοκινητικές και φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις, καθώς η αλκοόλη αλληλεπιδρά με ουσίες όπως η ακεταμινοφαίνη, τα υπνωτικά-κατασταλτικά και τα τρικυκλικά αντικαταθλιπτικά. «Πρόκειται για ένα φαινόμενο με δραματικές επιπτώσεις, για το λόγο αυτό κρίνεται απαραίτητα η ενημέρωση των νέων και η λήψη μέτρων για τον περιορισμό της κατανάλωσης αλκοόλ» τονίζει η κ. Τζουβελέκη. Εξάλλου όπως επισημαίνει ο επίκουρος καθηγητής Ψυχιατρικής Πανεπιστημίου Αθηνών Θωμάς Παπαρρηγόπουλος, στην Ελλάδα περίπου 200.000 άτομα πάσχουν από αλκοολική εξάρτηση και 5.000 θάνατοι οφείλονται σε αιτίες που σχετίζονται με την κατάχρηση αλκοόλ. Η υπέρμετρη κατανάλωση αλκοόλ έχει επιπτώσεις τόσο στην προσωπική υγεία όσο και στην κοινωνική ζωή του ατόμου, που αφορούν κυρίως το περιβάλλον των χρηστών και τις οικογένειές τους, αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο. «Η γενικά παρατηρούμενη αυξητική τάση κατανάλωσης αλκοόλ επιβάλει τη λήψη κατάλληλων μέτρων για την αντιμετώπιση του προβλήματος τόσο σε Ευρωπαϊκό όσο και σε Εθνικό επίπεδο» υπογραμμίζει ο κ. Παπαρρηγόπουλος.