Copyright © 2009 Ιατρικά Θέματα
Αθήνα - (Ανταπόκριση Μαρία Κουζινοπούλου)
Ο Τζάβιντ Αμπντελμονέιμ, εθελοντής γιατρός στη μάχη κατά του Έμπολα, περιγράφει συγκλονιστικές εικόνες που άλλαξαν τη ζωή του
Ο Τζάβιντ Αμπντελμονέιμ, εθελοντής γιατρός στη μάχη κατά του Έμπολα, περιγράφει συγκλονιστικές εικόνες που άλλαξαν τη ζωή του
Ο Τζάβιντ Αμπντελμονέιμ είναι ένας από τους εθελοντές γιατρούς των «Γιατρών Χωρίς Σύνορα» που μπήκε στην πρώτη γραμμή στη μάχη κατά του Έμπολα στη Σιέρα Λεόνε. Για τέσσερις εβδομάδες φόρεσε την ειδική στολή και προσπάθησε να βοηθήσει τους ασθενείς να αντιμετωπίσουν τον ιό που έχει κοστίσει τη ζωή σε περισσότερους από 4.000 ανθρώπους. Μόλις ένα μήνα μετά την επιστροφή του από τη δυτική Αφρική, ο Τζάβιντ βρέθηκε για λίγες ώρες στην Αθήνα και με δάκρυα στα μάτια μάς περιέγραψε συγκλονιστικές εικόνες που δεν θα ξεχάσει ποτέ.
«Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον Άλφα, ένα μωρό ηλικίας ενός έτους, ορφανό από γονείς, που νοσηλευόταν στο κέντρο θεραπείας του Έμπολα στη Σιέρα Λεόνε. Τον κράτησα στα χέρια μου και με κοιτούσε, ενώ τα μάτια του αιμορραγούσαν. Εκείνη τη στιγμή αισθάνθηκα ότι καταλάβαινε πως πέθαινε. Τα τελευταία μου λόγια που κατάφερα να του πω ήταν "Λυπάμαι, θα σου φέρω ένα φάρμακο". Ο θάνατός του με στιγμάτισε».
Η ιστορία αυτή είναι μόνο μία από τις πολλές που έχει να διηγηθεί ο Τζάβιντ Αμπντελμονέιμ. Έχοντας επιστρέψει μόλις πριν από ένα μήνα από τη Σιέρα Λεόνε, ο 35χρονος Βρετανός γιατρός κουβαλάει έντονα τα συναισθήματα από τη διάρκειας τεσσάρων εβδομάδων επίσκεψή του με τους «Γιατρούς Χωρίς Σύνορα».
Τον συναντήσαμε στην Αθήνα, όπου βρέθηκε για λίγες ώρες προκειμένου να μιλήσει στο «TEDxAthens». Στην εικοσάλεπτη ομιλία του στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, το κοινό κρατούσε την ανάσα του για να ακούσει κάθε του λέξη. Και στο τέλος ξέσπασε σε ένα πολύ δυνατό χειροκρότημα. «Είναι εύκολο να μιλήσεις για κάτι που έζησες και για κάτι που αγαπάς», μας λέει.
Και στη συνέχεια ξεκινάει τη συγκλονιστική διήγησή του. «Ο μεγαλύτερος προσωπικός μου φόβος είναι να μην πεθάνω μόνος μου. Αυτοί οι άνθρωποι στη δυτική Αφρική πεθαίνουν μόνοι τους. Κάποιος ασθενής με Έμπολα μπορεί να πεθάνει επώδυνα, μόνος του, να μην τον θρηνήσει κανείς και να θαφτεί σε ένα τάφο χωρίς να γράφει το όνομά του. Ο κόσμος δεν νοιάζεται για τους ανθρώπους αυτούς και δεν μπορούσα να το δεχτώ αυτό. Πρόκειται για ανθρώπους που είχαν ξεχωριστή προσωπικότητα, είχαν οικογένειες, άξιζαν την προσοχή μας» διηγείται.
Στο ταξίδι του στη Σιέρα Λεόνε, ο Τζάβιντ συνάντησε πολλούς ασθενείς, που τον συγκλόνισαν, αλλά και του έδωσαν δύναμη. Όπως τον Τζον, που έχασε τρία αδέρφια και τους γονείς του και έλεγε ότι χαίρεται που είναι ζωντανός γιατί έχει ακόμα τη γυναίκα του και τον ένα αδερφό του. Ή τον εξάχρονο ασθενή, Αμπντούλ, ο οποίος είχε θέσει υπό την προστασία του στο κέντρο θεραπείας τα ενός έτους μωρά, Άλφα και Γουάρα.
Εξίσου συγκλονιστικές και οι στιγμές, που βίωσε. «Τα ασθενοφόρα συχνά έπρεπε να διανύσουν δέκα ώρες για να φτάσουν στα τρία θεραπευτικά κέντρα. Πολλοί άνθρωποι έφταναν νεκροί στα ασθενοφόρα μαζί με τους τρομαγμένους ζωντανούς, οι οποίοι αποτελούσαν βιολογικό κίνδυνο. Συνειδητοποίησα ότι ένα γουρούνι όταν το πάμε στο σφαγείο το αντιμετωπίζουμε με περισσότερη προσοχή από όση δίνουμε στους ασθενείς με Έμπολα. Είχα σοκαριστεί τόσο πολύ», λέει.
Ο Έμπολα δεν είναι μια νέα ασθένεια, μας υπενθυμίζει, έχει σκοτώσει πολλούς ανθρώπους τα τελευταία 40 χρόνια. «Ωστόσο, δεν έχουμε κάνει τίποτα για να τον αντιμετωπίσουμε. Αναρωτιέμαι γιατί μας πήρε τόσο καιρό. Η σκέψη μου είναι ότι αν οι νεκροί ήταν στην Ευρώπη και στην Αμερική, η κατάσταση δεν θα ήταν η ίδια. Κατάλαβα ότι ο Έμπολα είναι το αποτέλεσμα της αδιαφορίας μας για εκείνους τους ανθρώπους».
Στη μάχη κατά του Έμπολα χρειάζεται επαγρύπνηση, σπεύδει να υπογραμμίσει ο Τζάβιντ. «Αυτή τη στιγμή στη Λιβερία έχουμε μείωση των νέων κρουσμάτων του ιού, στη Σιέρα Λεόνε η κατάσταση χειροτερεύει, ενώ στη Γουινέα υπάρχει μια σταθεροποίηση του ρυθμού αύξησης των ασθενών. Και στις τρεις χώρες έχουμε δει καλυτέρευση της κατάστασης, που στη συνέχεια έγινε και πάλι χειρότερη. Πρέπει να συνεχίσουμε να είμαστε σε επαγρύπνηση. Θα πάρει καιρό και έχει πάρει ήδη καιρό. Γι' αυτό πρέπει να είμαστε προσγειωμένοι και να κάνουμε μικρά σταθερά βήματα», τονίζει και προσθέτει: «Πάντως, ο τρόπος για να σταματήσεις τον Έμπολα στην Ευρώπη είναι να τον αντιμετωπίσεις στην Αφρική. Δεν πρέπει να απομονώσουμε την Αφρική».
Τον ρωτάμε αν ένιωσε φόβο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του. «Στο ταξίδι μου από το Λονδίνο στις Βρυξέλες, μετά στην Καζαμπλάνκα και από εκεί στη Σιέρα Λεόνε δεν φοβόμουν καθόλου. Όμως όταν άρχισα να βάζω τη στολή μου για πρώτη φορά, φοβήθηκα τόσο πολύ που έτρεμα. Αλλά είναι λογικό, γιατί έτσι έχεις ένα υγιές επίπεδο επαγρύπνησης για μια αρρώστια που σκοτώνει έξι στους δέκα ασθενείς στη δυτική Αφρική. Όλοι φοβόμαστε τον Έμπολα γιατί έχει να κάνει με τον τρόπο που μεταδίδεται. Όλα τα υγρά του σώματος μεταδίδουν τον ιό. Ωστόσο, τη στιγμή που έβαλα το τελευταίο κομμάτι της στολής, τα τεράστια γυαλιά, αισθάνθηκα ασφαλής. Σκέψου να είσαι ασθενής και ο γιατρός σου να σε φοβάται. Έτσι ο φόβος μετατράπηκε σε διάθεση να βγω έξω και να βοηθήσω», απαντά.
Μετά την επιστροφή του από τη Σιέρα Λεόνε, πριν από ένα μήνα, ακολούθησε η διάρκειας 21 ημερών περίοδος της αυτοαπομόνωσής του στο σπίτι. Μια εξίσου επώδυνη περίοδος, όπου ήρθε αντιμέτωπος με υβριστικές συμπεριφορές πολλών, ιδιαίτερα μετά τη δημοσιοποίηση των καταγγελιών της συναδέλφου του Κέισι Χίκοξ (ο Τζάβιντ και η Κέισι εκπαιδεύτηκαν μαζί πριν από το ταξίδι τους), για ρατσιστική συμπεριφορά των αμερικανικών αρχών απέναντί της μετά την επιστροφή της από τη Σιέρα Λεόνε.
«Προσπάθησα να μιλήσω με κάποιους από τους ανθρώπους που φοβούνται μέσω των κοινωνικών δικτύων. Δεν άκουγαν. Μου έλεγαν ότι είμαι αλαζονικός, ριψοκίνδυνος, εγωιστής που το κάνω αυτό και βάζω και τους υπόλοιπους ανθρώπους σε κίνδυνο. "Θα έπρεπε να μην ασχοληθείς μαζί τους στην Αφρική ή αν τους αγαπάς τόσο, πήγαινε πίσω", μου έγραφαν», θυμάται, και συμπληρώνει: «Οι συμπεριφορές αυτές με πλήγωσαν και δεν μπορούσα να τις διαχειριστώ. Σταμάτησα να βλέπω τηλεόραση, σταμάτησα να μπαίνω στα κοινωνικά δίκτυα. Όλο αυτό μου άφησε μια πολύ πικρή γεύση στο στόμα. Μπορώ να δεχτώ ότι ο κόσμος είναι εγωιστικός. Μπορώ να δεχτώ ή μέχρι τώρα μπορούσα να δεχτώ ότι ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται για τους άλλους. Αλλά μην γίνεσαι κακοήθης, μην προσπαθείς να με μπλοκάρεις από το να κάνω εγώ κάτι για τους άλλους, επειδή φοβάσαι για τον εαυτό σου».
Όταν αναφέρεται στις καταγγελίες της Κέισι, γεμίζει θυμό. «Υποστηρίζω 100% και κατηγορηματικά ό,τι έχει πει και έχει κάνει η Κέισι. Μπορώ να καταλάβω πώς ένιωσε όταν γύρισε πίσω και κρατήθηκε σε απομόνωση, ενώ δεν είχε εμφανίσει συμπτώματα του ιού. Η απομόνωση είναι ένα αχρείαστο ιατρικό πρωτόκολλο, αλλά εκτιμούμε ότι ο κόσμος ανησυχεί. Είμαι ένας λογικός άνθρωπος, αλλά μην με αποκλείεις. Ο Μπέντζαμιν, ένας φίλος μου στη Σιέρα Λεόνε, έγραψε ότι "Σε μια στιγμή γινόμαστε από ανιδιοτελείς ήρωες, εγωιστές φορείς ασθένειας". Και είναι πραγματικό. Πάντως, ο δικαστής υποστήριξε την Κέισι, ο Ομπάμα την υποστήριξε, ο γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας την υποστήριξε, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα την υποστήριξαν. Ευτυχώς υπάρχουν άνθρωποι στον κόσμο που βλέπουν τη μεγάλη εικόνα».
Σχολιάζοντας την πολιτική που ακολουθούν κάποιες πολιτείες των ΗΠΑ της απομόνωσης των εθελοντών που επιστρέφουν από τη δυτική Αφρική, λέει: «Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, αλλά και κανένας άλλος φορέας δεν συμφωνεί με αυτή την πολιτική. Γιατί έγινε; Γιατί πρόκειται για την Πολιτική. Γιατί οι ψηφοφόροι φοβήθηκαν και οι κυβερνήτες έπρεπε να κάνουν κάτι γι' αυτούς. Και είναι πιο δύσκολο να σπάσεις αυτό το φόβο μέσα από ενημέρωση, παρά να εφαρμόσεις αυτά τα μέτρα».
Ολοκληρώνουμε τη συνέντευξη ρωτώντας τον τι μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι που δεν έχουν το κουράγιο να πάνε στην Αφρική, αλλά θέλουν να βοηθήσουν. «Πήγα στο νότιο Σουδάν, όπου οι άνθρωποι πρέπει να σκοτώσουν την αγελάδα τους για να πιουν το αίμα της. Και αυτό γιατί δεν έχουν νερό. Έστω και για λίγο πρέπει να χαρούμε τη ζωή, να εκτιμήσουμε πόσο τυχεροί είμαστε και αν αυτή η εκτίμηση μάς παρακινήσει να δράσουμε, αυτό θα είναι καταπληκτικό. Πρέπει να σκεφτόμαστε αυτές τις εικόνες και να μην αφήσουμε να συμβεί το ίδιο για κανέναν άνθρωπο στο μέλλον», σημειώνει και καταλήγει: «Μπορεί ο καθένας να βρει το δικό του τρόπο να κάνει κάτι, όχι μόνο για τον Έμπολα. Ακόμα και για το γείτονα ή τον ζητιάνο στο δρόμο. Ας σταματήσουμε να είμαστε εγωιστές».