Πώς αντιμετωπίζεται ο σεξουαλικός εθισμός;
Γράφει ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών
Μέσα σε μια οποιαδήποτε εβδομάδα διεξάγονται στις ΗΠΑ περισσότερες από 1.000 συναντήσεις ανωνύμων που υποφέρουν από σεξουαλικό εθισμό, ενώ υπάρχουν πλέον των 14.500 θεραπευτικών κέντρων. Αν και στην πλειονότητά τους τα κέντρα αυτά εξειδικεύονται πρωτίστως στην κατάχρηση αλκοόλ και ουσιών, κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος η παροχή θεραπείας για τον σεξουαλικό εθισμό. Στο πνεύμα, λοιπόν, του «μια φορά εθισμένος, για πάντα εθισμένος», πολλά από αυτά τα κέντρα χρησιμοποιούν μια κλινική προσέγγιση βασισμένη στο γνωστό πρόγραμμα των 12 βημάτων.
Ωστόσο, οι εξειδικευμένοι σεξουαλικοί θεραπευτές που ασχολούνται με τον σεξουαλικό εθισμό τονίζουν ότι πολλές φορές, εξαιτίας αυτών των προγραμμάτων, πολλά άτομα υποτιμούν το πόσο βαθιά εξετάζουν οι θεραπευτές το πρόβλημα. Ένας εξειδικευμένος θεραπευτής μπορεί, για παράδειγμα, να αναζητήσει τη ρίζα του προβλήματος σε κάποιο τραύμα της παιδικής ηλικίας. Παράλληλα, η αντιμετώπιση του σεξουαλικού εθισμού δεν θα πρέπει να αποκτά μια διάσταση ηθική που εγείρει αισθήματα ντροπής κι ενοχής. Η θεραπεία έγκειται στην προσπάθεια το σεξ να είναι μέρος της ζωής τους με έναν πιο υγιή τρόπο, καθώς και στο να βοηθήσει τα άτομα να νιώσουν ολοκληρωμένα και καλά με τον εαυτό τους.
Μια αρκετά συχνή κριτική της θεραπείας του σεξουαλικού εθισμού είναι ότι συγγενεύει με τις επανορθωτικού τύπου θεραπείες που χρησιμοποιούν οι θρησκευτικές ομάδες για να δαμάσουν τις σεξουαλικές ορμές ή οποιαδήποτε συμπεριφορά μπορεί να προκαλέσει ντροπή. Οι θεραπευτές, ωστόσο, του σεξουαλικού εθισμού έχουν λάβει τα μέτρα τους ώστε να αποφευχθεί η χρήση των μεθόδων επανορθωτικού τύπου. Για τον λόγο αυτόν σε όλα τα αξιόπιστα προγράμματα εκπαίδευσης οι επαγγελματίες υπογράφουν συμβόλαιο ότι δεν θα χρησιμοποιήσουν τον τίτλο και την εκπαίδευσή τους με τρόπο συγγενή στην επανορθωτική θεραπεία.
Το ζήτημα τελικά είναι πώς οι σεξουαλικοί θεραπευτές, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό αμφισβητούν την ίδια τη διάγνωση του σεξουαλικού εθισμού, θεραπεύουν τους ασθενείς με απώλεια ελέγχου της σεξουαλικής τους συμπεριφοράς.
Ανεξάρτητα από τη διάγνωση και την ταξινόμηση στο εγχειρίδιο των ψυχιατρικών διαταραχών, οι θεραπευτές δέχονται άτομα με τέτοια προβλήματα εδώ και χρόνια. Υπάρχουν πολλά μοντέλα για να εργαστεί ένας ειδικός με τις σεξουαλικές συμπεριφορές που δεν υπακούν στον έλεγχο του ατόμου.
Πολλές φορές είναι πολλά τα υποκείμενα ζητήματα που σχετίζονται με το θέμα και η θεραπευτική προσέγγιση πρέπει να εστιάσει εκεί. Συχνά, δηλαδή, τα άτομα που ανησυχούν ότι πάσχουν από σεξουαλικό εθισμό στην πραγματικότητα υποφέρουν από άλλες αντιμετωπίσιμες καταστάσεις όπως:
-Προβλήματα ψυχικής υγείας, όπως είναι η κατάθλιψη. Τα άτομα που υποφέρουν από κατάθλιψη, για παράδειγμα, είναι συνήθως μοναχικά, τείνουν να αυνανίζονται περισσότερο και περνούν τον χρόνο τους βλέποντας πορνό. Αλλά εδώ το βασικό ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί είναι η κατάθλιψη. Αν ένα άτομο υποφέρει από διπολική διαταραχή, είναι πολύ πιθανό στις φάσεις της μανίας να εκδηλώνει υπερσεξουαλικότητα, οπότε και στην περίπτωση αυτή δεν πρόκειται για εθισμό αλλά για σύμπτωμα μιας ψυχικής νόσου.
-Όταν η σεξουαλική πράξη γίνεται μέθοδος διαχείρισης. Πολλά άτομα χρησιμοποιούν τη σεξουαλική απόλαυση σαν πρωταρχικό μηχανισμό διαχείρισης. Ενώ στη θεωρία δεν είναι κακό να έχει κάποιος έναν οργασμό προκειμένου να ξεφύγει για λίγο από μια άσχημη κατάσταση, στην πραγματικότητα το σεξ δεν μπορεί να είναι ο μόνος τρόπος διαχείρισης του άγχους και των άλλων δυσάρεστων συναισθημάτων.
-Διαφορά στη libodo.Όταν υπάρχει μεγάλη διαφορά στη libido μεταξύ των δύο συντρόφων, μπορεί ο ένας να νομίζει ότι έχει πρόβλημα σεξουαλικού εθισμού.
- Mη αποδοχή του σεξουαλικού προσανατολισμού. Για παράδειγμα, ένας άνδρας που δεν έχει δεχτεί ότι είναι ομοφυλόφιλος, αυτοχαρακτηρίζεται σεξουαλικά εθισμένος, ενώ βλέπει πορνό με ομοφυλοφίλους. Υιοθετεί, δηλαδή, μια ταυτότητα με την οποία νιώθει πιο άνετα.
-H αποφυγή της ευθύνης των πράξεων. Για παράδειγμα, ένας άνδρας που έχει διαπράξει επαναλαμβανόμενες σεξουαλικές απιστίες μπορεί να προτιμά να αποδώσει τη συμπεριφορά του στον σεξουαλικό εθισμό παρά να διερευνήσει τα βαθύτερα αίτια που τον καθιστούν ανίκανο να παραμείνει σε μια μονογαμική σχέση.
Σίγουρα υπάρχουν πολλοί καλοί θεραπευτές που αναλαμβάνουν περιστατικά σεξουαλικού εθισμού κι εργάζονται συνειδητοποιημένα και αποτελεσματικά με τους ασθενείς. Πολλοί, μάλιστα, από αυτούς αναφέρουν ότι έχουν υποφέρει από σεξουαλικό εθισμό και έχουν θεραπευτεί. Το ζήτημα είναι ότι η εργασία τους από τη μια έρχεται συχνά αντιμέτωπη με μια μακρά ιστορία που έχει τις ρίζες της στη βικτωριανή εποχή και συνδέει διάφορες σεξουαλικές πρακτικές, όπως ο αυνανισμός, με την ντροπή και την παθολογία, και από την άλλη με την πιο σύγχρονη κουλτούρα που έχει ενστερνιστεί τον σεξουαλικό εθισμό σε βαθμό που δεν το επιτρέπουν τα μέχρι στιγμής τεκμηριωμένα ερευνητικά δεδομένα.
Σε τελική ανάλυση πάντως, δεν έχει σημασία εάν ο θεραπευτής πιστεύει ή όχι ότι το σεξ μπορεί να προκαλέσει εθισμό. Σημασία έχει το γεγονός ότι υπάρχουν αυτοί οι ασθενείς που αντιλαμβάνονται τη σχέση τους με το σεξ ως μια εμπειρία στην οποία δεν έχουν τον έλεγχο. Ίσως ο όρος σεξουαλικός εθισμός να είναι και αυτός που βοηθάει πολλά από αυτά τα άτομα να μιλήσουν στον βαθμό που τους βοηθά να ονοματίσουν και να αναγνωρίσουν το πρόβλημά τους. Η συζήτηση με τον θεραπευτή οφείλει να οδηγήσει στην κατανόηση των υποκείμενων αίτιων και να εντοπίσει τη σωστή προσέγγιση και διαχείριση του προβλήματος. Πολλές φορές, άλλωστε, ο σεξουαλικός εθισμός είναι η αρχή μιας συζήτησης και όχι το τέλος της.