Θεσσαλονίκη - Μέχρι και 100% ιάσιμος ο καρκίνος του παχέος εντέρου
Λιγότερη ταλαιπωρία και αποφυγή της άσκοπης χημειοθεραπείας υπόσχονται δύο νέες διαγνωστικές εξετάσεις στους ασθενείς που πάσχουν από καρκίνο του παχέος εντέρου. Πρόκειται για τους μοριακούς δείκτες, MSI και Oncotype, που αναφέρονται στις αλλαγές των γονιδίων ασθενών με καρκίνο παχέος εντέρου δευτέρου σταδίου. «Ο καρκίνος του παχέος εντέρου είναι πλέον ιάσιμος σε ποσοστό από 95-100% στην περίπτωση που θα διαγνωστεί στο πρώτο στάδιο. Αλλά με την κατάλληλη χειρουργική και θεραπευτική αντιμετώπιση ακόμη και στο δεύτερο στάδιο το ποσοστό ίασης κυμαίνεται από 75-80%, στο 3ο στάδιο από 60-70% ενώ στο 4ο μεταστατικό στάδιο το 40% των ασθενών που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση έχει 5ετή επιβίωση. Εξάλλου χάρη στα στοχευμένα φάρμακα επιτυγχάνεται η επιβίωση 22 μηνών σε ασθενείς με πολύ προχωρημένο καρκίνο του παχέους εντέρου», ανέφερε ο καθηγητής χειρουργικής, Γιώργιος Μπασδάνης με αφορμή το 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ελληνικής Εταιρείας Παχέος Εντέρου και Πρωκτού που διεξάγεται στη Θεσσαλονίκη. Χάρη στις νέες εξειδικευμένες εξετάσεις μπορεί να προσδιοριστεί αν θα υποβληθεί ή όχι σε χημειοθεραπεία, ο ασθενής που πάσχει από καρκίνο του παχέος εντέρου 2ου σταδίου. Ο ασθενής υποβάλλεται σε εξέταση και αν οι τιμές του δείκτη MSI είναι αυξημένες δεν χρειάζεται να κάνει χημειοθεραπεία, αν είναι χαμηλές υποβάλλεται σε μία άλλη εξέταση αίματος (oncotype) το οποίο αποστέλλεται στο εξωτερικό και ανάλογα με τα αποτελέσματα προσδιορίζεται αν θα υποβληθεί σε χημειοθεραπεία. «Αυτό έχει τεράστια σημασία αφενός γιατί ο ασθενής δεν χρειάζεται να ταλαιπωρηθεί με χημειοθεραπείες και αφετέρου γιατί μειώνεται το κόστος της θεραπείας το οποίο είναι υψηλό», επισήμανε ο κ Μπασδάνης. Όσον αφορά τη χειρουργική αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου εδώ και μερικά χρόνια εφαρμόζεται στην Αθήνα και φέτος θα αρχίσει να εφαρμόζεται και στη Θεσσαλονίκη η ρομποτική μέθοδος. «Είναι μία μέθοδος που μοιάζει με τη λαπαροσκοπική, μόνο που είναι πιο εξελιγμένη, δίνει τρισδιάστατη εικόνα και παρέχει στο χειρουργό τη δυνατότητα να χειρίζεται τις λαβίδες με τη βοήθεια μίας κονσόλας», εξήγησε ο κ Μπασδάνης.