Η μεγάλη κατανάλωση αλατιού προκαλεί υπέρταση και καρδιαγγειακά νοσήματα


Η ελάττωση της κατανάλωσης αλατιού είναι το πιο "φτηνό αντιυπερτασικό", αλλά και ο φθηνότερος τρόπος για την πρόληψη της υπέρτασης και των καρδιαγγειακών νοσημάτων. Υπολογίζεται ότι η μεγάλη κατανάλωση αλατιού είναι η αιτία για την ανάπτυξη υπέρτασης σε 3 στους 10 ενήλικες. Ένας υπερτασικός έχει διπλάσιο κίνδυνο να αναπτύξει στεφανιαία νόσο, τετραπλάσιο κίνδυνο να εμφανίσει αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, τριπλάσιο κίνδυνο να αναπτύξει καρδιακή ανεπάρκεια ή περιφερική αγγειακή νόσο. Αξίζει να σημειωθεί ότι επτά εκατομμύρια άνθρωποι πεθαίνουν κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο εξαιτίας της υπέρτασης, ενώ δυόμισι εκατομμύρια άτομα θα μπορούσαν να σωθούν από το θάνατο αν μείωναν την κατανάλωση του αλατιού κατά 50%. Η μέση ημερήσια κατανάλωση αλατιού παγκοσμίως υπολογίζεται ότι είναι 9-12 γραμμάρια κατ΄ άτομο, ενώ ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) συστήνει κατανάλωση όχι μεγαλύτερη από 5-6 γραμμάρια, δηλαδή έως ένα κουταλάκι γλυκού. «Η μείωση του αλατιού σε 6 γραμμάρια την ημέρα με την πτώση της πίεσης του αίματος που θα προκύψει, θα προκαλέσει κατά προσέγγιση 24% μείωση του ενδεχόμενου αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου και κατά 18% μείωση της θνητότητας λόγω της στεφανιαίας νόσου. Να σημειωθεί ότι ακόμη και μια μικρή ελάττωση της αρτηριακής πίεσης κατά 2mmHg μειώνει τον κίνδυνο του αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου έως και 17% και τον κίνδυνο στεφανιαίας νόσου έως και 9%», επισήμανε ο καθηγητής παθολογίας στο ΑΠΘ και μέλος του ΔΣ της Ελληνικής Αντιυπερτασικής Εταιρείας Χρύσανθος Ζαμπούλης με αφορμή την 17η Μαϊου-Παγκόσμια Ημέρα Υπέρτασης, της οποίας το φετινό σύνθημα είναι «Μειώστε το αλάτι στο φαγητό, σώστε τα αγγεία, την καρδιά, τα νεφρά και τη ζωής σας». Το αλάτι, συστατικό της καθημερινής διατροφής, σε ποσοστό μέχρι και 80% προέρχεται από επεξεργασμένες ή έτοιμες τροφές και από τροφές που καταναλώνονται στα εστιατόρια. Ο ΠΟΥ ζήτησε από τις πολυεθνικές εταιρείες τροφίμων να μειώσουν την περιεκτικότητα σε αλάτι από τα προϊόντα τους στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο και σε έκθεσή του τονίζει ότι, παρά το γεγονός ότι η κατανάλωση αλατιού στις περισσότερες χώρες είναι πολύ υψηλή, οι δεσμεύσεις για μείωση της πρόσληψης αλατιού δεν είναι ακόμα προτεραιότητα στις περισσότερες από αυτές. H στρατηγική αυτή έχει υιοθετηθεί από το Ηνωμένο Βασίλειο και το αλάτι σε όλες σχεδόν τις κατηγορίες τροφίμων μειώνεται. Η Φινλανδία, η οποία εφαρμόζει πρόγραμμα μείωσης του αλατιού από τα τέλη της δεκαετίας του 1970, μείωσε την αρτηριακή πίεση του πληθυσμού της και παράλληλα μείωσε τους θανάτους από εγκεφαλικό επεισόδιο και καρδιακή νόσο. «Σήμερα, υπάρχουν πανίσχυρα αντιυπερτασικά φάρμακα, ωστόσο ακρογωνιαίος λίθος της θεραπείας, παραμένει η αλλαγή του τρόπου ζωής, δηλαδή η ελάττωση της κατανάλωσης αλατιού, η διακοπή του καπνίσματος, η ελάττωση του σωματικού βάρους, η ελάττωση του stress, της έντασης, του άγχους και η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας», κατέληξε ο καθηγητής. Η υπέρταση βλάπτει τη λειτουργία των νεφρών Η υπέρταση προκαλεί μικρή, αλλά συνεχή φθορά στη νεφρική λειτουργία, η οποία δεν γίνεται αντιληπτή και γι' αυτό είναι επικίνδυνη. Όταν γίνει αντιληπτή, δηλαδή στα τελικά στάδια της νεφρικής ανεπάρκειας, είναι πολύ αργά, αφού δεν αναστρέφεται, αλλά μόνο συντηρείται. Δεδομένα από τις ΗΠΑ δείχνουν ότι τα ποσοστά των υπερτασικών, που παρουσιάζουν κάποια σημεία νεφρικής βλάβης, όπως η λευκωματουρία, είναι περίπου 4,5%. Το ίδιο ποσοστό παρουσιάζει και μια ελαφρά έκπτωση της νεφρικής λειτουργίας. «Τα ποσοστά αυτών που έχουν βαρύτερες βλάβες στο νεφρό είναι όλο και χαμηλότερα, όσο πλησιάζουν στο τελικό στάδιο της νεφρικής ανεπάρκειας. Τελικά στις μονάδες Τεχνητού Νεφρού φθάνει ένα ποσοστό 0,5-1% του συνολικού αριθμού των υπερτασικών. Αυτός ο αριθμός όσο κι αν φαίνεται μικρός είναι τεράστιος, αν ληφθεί υπόψη ο συνολικός αριθμός των υπερτασικών στον κόσμο. Αυτοί που οδηγούνται στο τελικό στάδιο νεφρικής ανεπάρκειας από υπέρταση είναι η δεύτερη πληθυσμιακή ομάδα μετά τους σακχαροδιαβητικούς», επισήμανε ο καθηγητής παθολογίας-νεφρολογίας του ΑΠΘ και μέλος του ΔΣ της Ελληνικής Αντιυπερτασικής Εταιρίας, Αναστάσιος Λαζαρίδης. Υπέρταση και μεταβολικό σύνδρομο Πολλές φορές η υπέρταση συνδυάζεται και με άλλες μεταβολικές διαταραχές, όπως η παχυσαρκία και ιδιαίτερα η κεντρική παχυσαρκία, ο σακχαρώδης διαβήτης ή το αυξημένο σάκχαρο της νηστείας (πρωινό σάκχαρο μεταξύ 100 -125 mg%), συγκεκριμένες διαταραχές των λιπιδίων του αίματος με αυξημένα τα τριγλυκερίδια (>150 mg%) και μειωμένη την HDL, την «καλή χοληστερίνη». «Πρόκειται συνήθως για τον γείτονά μας με την κοιλίτσα, που δεν είναι διαβητικός, αλλά έχει αυξημένο το πρωινό του σάκχαρο, έχει λίγο ανεβασμένα τα τριγλυκερίδια και λίγο κατεβασμένη την καλή του χοληστερίνη, αλλά έχει και αυξημένη την αρτηριακή του πίεση. Το ιδιαίτερο με αυτόν τον ασθενή είναι ότι πρέπει να αντιμετωπίσει την υπέρτασή του με πολύ μεγαλύτερη προσοχή. Η επιλογή των κατάλληλων φαρμάκων για την αντιμετώπιση της υπέρτασης, θα πρέπει να γίνεται με διαφορετικά κριτήρια και ο θεραπευτικός στόχος της υπέρτασης να είναι πολύ χαμηλότερος, δηλαδή κάτω από 130mmHg η συστολική πίεση και κάτω από 80 mmHg η διαστολική πίεση. Το σημαντικότερο είναι ότι θα πρέπει να γίνεται συνολική αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ασθενή και όχι να αντιμετωπίζεται η υπέρταση ως μεμονωμένο ιατρικό πρόβλημα», ανέφερε ο αναπληρωτής καθηγητής παθολογίας και μέλος του ΔΣ της Ελληνικής Αντιυπερτασικής Εταιρείας Κωνσταντίνος Παλέτας. Πηγή:ΑΠΕ-ΜΠΕ