Τσιγάρο και διαβήτης αυξάνουν τις πιθανότητες νεφροπάθειας


Ιδιαίτερα αυξημένες πιθανότητες να εκδηλώσουν διαβητική νεφροπάθεια έχουν οι διαβητικοί, που κάπνιζαν ή καπνίζουν, συγκριτικά με όσους δεν κάπνισαν ποτέ, σύμφωνα με τα συμπεράσματα επιδημιολογικής έρευνας του Πανεπιστημίου Λευκωσίας. Κατά την παρουσίαση της ο δρ Θεοφάνης Θεοφάνους,παιδίατρος-νεφρολόγος-παιδονεφρολόγος, επισήμανε ότι το κάπνισμα αποτελεί σημαντικό προδιαθεσικό παράγοντα εκδήλωσης της διαβητικής νεφροπάθειας, με τους διαβητικούς άνδρες καπνιστές να έχουν πιθανότητα 62% να εκδηλώσουν τη νόσο και όσους δεν καπνίζουν να περιορίζονται αντίστοιχα στο 45%. Στις γυναίκες, το ποσοστό καπνιστριών που ενδέχεται να εκδηλώσουν διαβητική νεφροπάθεια θεωρείται ανάλογο με αυτό των αντρών καπνιστών (62%), ενώ στις γυναίκες που δεν καπνίζουν το ποσοστό πέφτει στο 39%. Στην Κύπρο το ποσοστό των ατόμων με διαβήτη υπολογίζεται στο 10,3% του πληθυσμού (60.000-70.000). Το 33% των ατόμων με διαβήτη δεν γνωρίζει την πάθησή του και η διάγνωση γίνεται συνήθως τέσσερα έως εφτά χρόνια μετά την εμφάνισή του. Εξ αυτών, το 5% ανήκει στην κατηγορία των ινσουλινοεξαρτώμενων. Η διαβητική νεφροπάθεια είναι επιπλοκή που παρατηρείται περίπου στο 30% των ασθενών και η οποία μπορεί να προκαλέσει βλάβη στους νεφρούς, φτάνοντας μέχρι και στη νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου. Εκτός από το κάπνισμα, άλλοι παράγοντες, που επηρεάζουν το ρυθμό εξέλιξης της διαβητικής νεφροπάθειας, είναι οι τιμές της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HBA1c), οι τιμές συστολικής και διαστολικής αρτηριακής πίεσης, η χρονική διάρκεια του σακχαρώδη διαβήτη και το φύλο. Η έρευνα μάλιστα κατέδειξε ότι η υψηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνη (ΗDL), γνωστή και ως «καλή χοληστερόλη», καθώς και ο τύπος σακχαρώδη διαβήτη, δηλαδή τύπος Ι και τύπος ΙΙ, επηρεάζουν την εκδήλωση και την εξέλιξη της νόσου, με τον Τύπο Ι να προδιαθέτει σε μεγαλύτερο βαθμό. Βασικοί παράγοντες που μπορούν να επηρεαστούν και δυνητικά να βελτιώσουν σημαντικά την πιθανότητα να μην εκδηλωθεί η νόσος, είναι η έγκαιρη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, η αποφυγή του καπνίσματος και η κατά προσέγγιση ευγλυκαιμία, δηλαδή η καλή ρύθμιση του σακχάρου. Η επιδημιολογική έρευνα διεξήχθη σε παγκύπριο δείγμα 485 Ασθενών (280 άνδρες και 205 γυναίκες), οι 52 από τους οποίους πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη τύπου Ι και οι 433 από σακχαρώδη διαβήτη Τύπου ΙΙ. Με τη βοήθεια ερωτηματολογίου, κλινικοεργαστηριακών εξετάσεων και απεικονιστικών μεθόδων μετρήθηκαν και αξιολογήθηκαν συγκεκριμένες παράμετροι και μεταβλητές, ώστε να ταξινομηθούν οι ασθενείς ως προς τη βαρύτητα της διαβητικής νεφροπάθειας.