Copyright © 2009 Ιατρικά Θέματα
Θεσσαλονίκη - Γεννήθηκε ή "'εγινε" ο Μέσι?
Δεν κάνουν τα γονίδια τον πρωταθλητή
Χρειάζεται σκληρή προπόνηση
Δεν κάνουν τα γονίδια τον πρωταθλητή
Χρειάζεται σκληρή προπόνηση
Λιονέλ Μέσι, Γιουσέιν Μπολτ, Γελένα Ισινμπάγεβα, Μάικλ Τζόρνταν,
Μάικλ Φελπς, Ρότζερ Φέντερερ... Ο κατάλογος θα μπορούσε να
περιλαμβάνει περισσότερα ονόματα. Ποιος δεν τους έχει θαυμάσει; Ποιος
δεν ζηλεύει τα κατορθώματά τους στον τομέα της αθλητικής τους δράσης;
Ποιός δεν έχει αναρωτηθεί από τι είναι... κατασκευασμένοι κι αν αυτό
παίζει ρόλο, ώστε να διαπρέπουν, σε παγκόσμιο επίπεδο, ο καθένας στο
χώρο του; Είναι άραγε από την ώρα που θα γεννηθούν προδιαγεγραμμένη η
πορεία τους ή η επιτυχή διαδρομή τους έχει να κάνει και με άλλους
παράγοντες;
Το παραπάνω ζήτημα τέθηκε προς συζήτηση σε σχετική ενότητα στο
πρόσφατο διεθνές συνέδριο Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού που
πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη από την Ένωση Γυμναστών Βορείου
Ελλάδος. Το τελικό πόρισμα των συμμετεχόντων; Ναι, τα γονίδια παίζουν
ρόλο, αλλά δεν σχετίζονται αποκλειστικά με τη διάκριση των αθλητών σε
επίπεδο πρωταθλητισμού. Τελευταίες έρευνες, όπως εξήγησε ο δρ. Γιάννης
Πιτσιλαδής, Έλληνας βιολόγος στο πανεπιστήμιο της Γλασκόβης, εκ των
ομιλητών στη διαδικασία, δεν έχουν δείξει συσχετισμό της απόδοσης σε
αθλητές παγκόσμιας κλάσης αποκλειστικά με το γονίδιο.
«Πιστεύω πως ο καλύτερος τρόπος μέχρι στιγμής, παρόλα τα λεφτά που
ξοδεύονται για μελέτες με αντικείμενο τα γονίδια και την απόδοση,
είναι το χρονόμετρο. Δεν λέω ότι τα γονίδια δεν είναι σημαντικά και θα
μνημονεύσω τη φράση που έχει ειπωθεί, σύμφωνα με την οποία: Για να
γίνεις Ολυμπιονίκης διάλεξε καλά τους γονείς σου!» σημείωσε
χαρακτηριστικά ο κ. Πιτσιλαδής.
«Η δουλειά συνεχίζεται, αλλά δυστυχώς κοστίζει. Όσες εργασίες,
ακόμη και δικές μου, στις οποίες κοιτάμε 1, 2, 10, 20, 30, 100 γονίδια
είναι ασήμαντες, μην τις κοιτάτε. Είναι καλό να βοηθάμε από πρακτικής
πλευράς τους φοιτητές μας για τις εργασίας τους, για τα διδακτορικά
τους, αλλά δεν δίνουν τις απαντήσεις που θέλουμε. Η δουλειά που έχουμε
κάνει, ως βιολόγος θεωρώ ότι βοηθά σαν κοινωνικό φαινόμενο και δεν
έχει σχέση με τη βιολογία» συμπλήρωσε.
«Το ωραίο, βέβαια, είναι πως υπάρχει αυτός ο κοινωνικός
προβληματισμός και επιτρέπει σε μας, που μας ενδιαφέρει, να βρούμε
γονίδια. Είναι απίστευτο να πηγαίνω στην Κένυα και να είμαι σίγουρος
ότι σε καφέ θα βλέπω δίπλα μου έναν πιθανό ολυμπιονίκη, να είμαι στο
αεροπλάνο και επίσης να είμαι 100% σίγουρος ότι θα βρω 5, 10, 20
πιθανούς Ολυμπιονίκες, που σημαίνει ότι δείγματα άνετα παίρνω. Το
πρόβλημα είναι ότι οι γενετιστές μας λένε ότι γιʼ αυτή τη δουλειά
χρειαζόμαστε 100.000 δείγματα . Στον τομέα μας, της αθλητριατρικής,
δεν υπάρχει χορήγηση, δεν υπάρχει ενδιαφέρον. Πιστεύω στο μέλλον, και
θεωρώ πως είμαστε ένα χρόνο μακριά, θα καταλήξουμε στα γονίδια που
είναι σημαντικά για τα σπορ, στα οποία δεν παίζει τόσο ρόλο η τεχνική
και θα μάθουμε. Πρέπει, επίσης, να πω ακόμη, πως αν δεν έχει κανείς το
γενετικό υλικό που χρειάζεται για να συνδυαστεί με το περιβάλλον,
πρέπει να είμαστε αυστηροί, όσο προπόνηση και να κάνει, δεν υπάρχει
πιθανότητα να ξεχωρίσει» πρόσθεσε ο Έλληνας επιστήμονας.
Στο ίδιο πνεύμα με τον κ. Πιτσιλαδή ήταν και η αναφορά του
Πλούταρχου Σαρασλανίδη, επίκουρου καθηγητή προπονητικής κλασικού
αθλητισμού στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
«Η σταδιοδρομία ενός προπονητή δεν θα είναι επιτυχημένη αν
επιλέξει αθλητές μόνο με βάσει το DNA. Θα είναι απόλυτα επιτυχημένη,
προσθέτω εγώ, για το μέλλον, αν παίρνει πριν από τους ανταγωνιστές
του, ως πρόσθετες πληροφορίες, το DNA μαζί με άλλα κριτήρια επιλογής,
για τα εφαρμόσει στην προπόνηση. Η επιστημονική κοινότητα διερευνά τα
άτομα με την καλύτερη βιολογική ταυτότητα με στόχο να προσφέρει το
γενετικό τεστ στον αθλητισμό. Αυτός είναι ο στόχος, δεν ξέρουμε πότε
θα γίνει, αλλά ήδη η πληροφόρηση είναι θετική από προηγούμενη δουλειά»
επισήμανε ο κ. Σαρασλανίδης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι μέχρι στιγμής έρευνες εστιάζονται στο να
δείξουμε ότι κορυφαίοι αθλητές, στα γονίδια που σχετίζονται με την
αθλητική απόδοση, διαφέρουν από το γενικό πληθυσμό. «Υπάρχουν
διαφορές, όχι μεγάλες, όμως, σε ένα -δύο γονίδια. Η δουλειά που
γίνεται στην προπόνηση είναι πολύ σημαντικό εργαλείο. Η προπονητική
εργασία είναι το βασικό εργαλείο για την απόδοση. Η αθλητική απόδοση
διαμορφώνεται από γενετική προδιάθεση και την προπόνηση. Είναι
χρήσιμο, γενικά, να μπαίνουμε στα βαθιά νερά και να δούμε που πάει
αυτή η ιστορία» κατέληξε ο επίκουρος καθηγητής προπονητικής στο ΑΠΘ.
Μάικλ Φελπς, Ρότζερ Φέντερερ... Ο κατάλογος θα μπορούσε να
περιλαμβάνει περισσότερα ονόματα. Ποιος δεν τους έχει θαυμάσει; Ποιος
δεν ζηλεύει τα κατορθώματά τους στον τομέα της αθλητικής τους δράσης;
Ποιός δεν έχει αναρωτηθεί από τι είναι... κατασκευασμένοι κι αν αυτό
παίζει ρόλο, ώστε να διαπρέπουν, σε παγκόσμιο επίπεδο, ο καθένας στο
χώρο του; Είναι άραγε από την ώρα που θα γεννηθούν προδιαγεγραμμένη η
πορεία τους ή η επιτυχή διαδρομή τους έχει να κάνει και με άλλους
παράγοντες;
Το παραπάνω ζήτημα τέθηκε προς συζήτηση σε σχετική ενότητα στο
πρόσφατο διεθνές συνέδριο Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού που
πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη από την Ένωση Γυμναστών Βορείου
Ελλάδος. Το τελικό πόρισμα των συμμετεχόντων; Ναι, τα γονίδια παίζουν
ρόλο, αλλά δεν σχετίζονται αποκλειστικά με τη διάκριση των αθλητών σε
επίπεδο πρωταθλητισμού. Τελευταίες έρευνες, όπως εξήγησε ο δρ. Γιάννης
Πιτσιλαδής, Έλληνας βιολόγος στο πανεπιστήμιο της Γλασκόβης, εκ των
ομιλητών στη διαδικασία, δεν έχουν δείξει συσχετισμό της απόδοσης σε
αθλητές παγκόσμιας κλάσης αποκλειστικά με το γονίδιο.
«Πιστεύω πως ο καλύτερος τρόπος μέχρι στιγμής, παρόλα τα λεφτά που
ξοδεύονται για μελέτες με αντικείμενο τα γονίδια και την απόδοση,
είναι το χρονόμετρο. Δεν λέω ότι τα γονίδια δεν είναι σημαντικά και θα
μνημονεύσω τη φράση που έχει ειπωθεί, σύμφωνα με την οποία: Για να
γίνεις Ολυμπιονίκης διάλεξε καλά τους γονείς σου!» σημείωσε
χαρακτηριστικά ο κ. Πιτσιλαδής.
«Η δουλειά συνεχίζεται, αλλά δυστυχώς κοστίζει. Όσες εργασίες,
ακόμη και δικές μου, στις οποίες κοιτάμε 1, 2, 10, 20, 30, 100 γονίδια
είναι ασήμαντες, μην τις κοιτάτε. Είναι καλό να βοηθάμε από πρακτικής
πλευράς τους φοιτητές μας για τις εργασίας τους, για τα διδακτορικά
τους, αλλά δεν δίνουν τις απαντήσεις που θέλουμε. Η δουλειά που έχουμε
κάνει, ως βιολόγος θεωρώ ότι βοηθά σαν κοινωνικό φαινόμενο και δεν
έχει σχέση με τη βιολογία» συμπλήρωσε.
«Το ωραίο, βέβαια, είναι πως υπάρχει αυτός ο κοινωνικός
προβληματισμός και επιτρέπει σε μας, που μας ενδιαφέρει, να βρούμε
γονίδια. Είναι απίστευτο να πηγαίνω στην Κένυα και να είμαι σίγουρος
ότι σε καφέ θα βλέπω δίπλα μου έναν πιθανό ολυμπιονίκη, να είμαι στο
αεροπλάνο και επίσης να είμαι 100% σίγουρος ότι θα βρω 5, 10, 20
πιθανούς Ολυμπιονίκες, που σημαίνει ότι δείγματα άνετα παίρνω. Το
πρόβλημα είναι ότι οι γενετιστές μας λένε ότι γιʼ αυτή τη δουλειά
χρειαζόμαστε 100.000 δείγματα . Στον τομέα μας, της αθλητριατρικής,
δεν υπάρχει χορήγηση, δεν υπάρχει ενδιαφέρον. Πιστεύω στο μέλλον, και
θεωρώ πως είμαστε ένα χρόνο μακριά, θα καταλήξουμε στα γονίδια που
είναι σημαντικά για τα σπορ, στα οποία δεν παίζει τόσο ρόλο η τεχνική
και θα μάθουμε. Πρέπει, επίσης, να πω ακόμη, πως αν δεν έχει κανείς το
γενετικό υλικό που χρειάζεται για να συνδυαστεί με το περιβάλλον,
πρέπει να είμαστε αυστηροί, όσο προπόνηση και να κάνει, δεν υπάρχει
πιθανότητα να ξεχωρίσει» πρόσθεσε ο Έλληνας επιστήμονας.
Στο ίδιο πνεύμα με τον κ. Πιτσιλαδή ήταν και η αναφορά του
Πλούταρχου Σαρασλανίδη, επίκουρου καθηγητή προπονητικής κλασικού
αθλητισμού στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
«Η σταδιοδρομία ενός προπονητή δεν θα είναι επιτυχημένη αν
επιλέξει αθλητές μόνο με βάσει το DNA. Θα είναι απόλυτα επιτυχημένη,
προσθέτω εγώ, για το μέλλον, αν παίρνει πριν από τους ανταγωνιστές
του, ως πρόσθετες πληροφορίες, το DNA μαζί με άλλα κριτήρια επιλογής,
για τα εφαρμόσει στην προπόνηση. Η επιστημονική κοινότητα διερευνά τα
άτομα με την καλύτερη βιολογική ταυτότητα με στόχο να προσφέρει το
γενετικό τεστ στον αθλητισμό. Αυτός είναι ο στόχος, δεν ξέρουμε πότε
θα γίνει, αλλά ήδη η πληροφόρηση είναι θετική από προηγούμενη δουλειά»
επισήμανε ο κ. Σαρασλανίδης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι μέχρι στιγμής έρευνες εστιάζονται στο να
δείξουμε ότι κορυφαίοι αθλητές, στα γονίδια που σχετίζονται με την
αθλητική απόδοση, διαφέρουν από το γενικό πληθυσμό. «Υπάρχουν
διαφορές, όχι μεγάλες, όμως, σε ένα -δύο γονίδια. Η δουλειά που
γίνεται στην προπόνηση είναι πολύ σημαντικό εργαλείο. Η προπονητική
εργασία είναι το βασικό εργαλείο για την απόδοση. Η αθλητική απόδοση
διαμορφώνεται από γενετική προδιάθεση και την προπόνηση. Είναι
χρήσιμο, γενικά, να μπαίνουμε στα βαθιά νερά και να δούμε που πάει
αυτή η ιστορία» κατέληξε ο επίκουρος καθηγητής προπονητικής στο ΑΠΘ.