Θεσσαλονίκη - Με τη ...σκέψη θα κινούνται στο μέλλον  προσθετικά άκρα παραπληγικών χάρη στη βιοηλεκτρονική 
Σήμερα, εκατομμύρια άνθρωποι ανά τον κόσμο σκέφτονται ότι θέλουν να κινηθούν, αλλά δεν μπορούν, εξαιτίας κάποιας αναπηρίας. Σε περίπου 20 χρόνια, ωστόσο, χάρη στη βιοηλεκτρονική και τα εγκεφαλικά εμφυτεύματα, η σκέψη «θέλω να κουνήσω το χέρι μου» φαίνεται ότι θα αρκεί για να τεθεί ένα προσθετικό άκρο σε κίνηση, ακόμη και στην περίπτωση παραπληγίας, σύμφωνα με όσα γνωστοποίησε στη Θεσσαλονίκη, ο καθηγητής Γεώργιος Μαλλιάρας, επικεφαλής του Τμήματος Βιοηλεκτρονικής του Κέντρου Μικροηλεκτρονικής (BEL) της Ecole Nationale Supérieure des Mines de Saint Etienne, με την ευκαιρία συνέντευξης Τύπου στο πλαίσιο του επιστημονικού πολυγεγονότος NANOTEXNOLOGY 2012.

«Το επόμενο 'κύμα' στη βιοηλεκτρονική θα είναι οι συσκευές που θα διαβάζουν τη σκέψη και θα κινούν προσθετικά άκρα, αξιοποιώντας τη νευρωνική δραστηριότητα, αλλά η εξέλιξη αυτή [και η ευρύτερη εφαρμογή της στην πράξη] ανήκει ακόμη βαθύτερα στο μέλλον, καθώς απαιτείται να υπάρξει μεγαλύτερη πρόοδος στις νευροεπιστήμες, τη μηχανική και άλλα πεδία [...]Όταν μια εφαρμογή αφορά τους ανθρώπους, πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί και να γίνονται πολλά πειράματα, πριν αυτή περάσει στην πράξη», υπογράμμισε ο καθηγητής, σημειώνοντας πάντως ότι γίνονται σημαντικά βήματα.

Ενδεικτικά ανέφερε την περίπτωση του «Penn Center for Brain Injury and Repair» στις ΗΠΑ, όπου προσθετικό χέρι ετέθη σε κίνηση, χάρη σε εμφύτευμα και έναν υπολογιστή που ο ασθενής έφερε σε σάκο στην πλάτη του. Για να υπάρξουν ευρύτερες εφαρμογές, ωστόσο, η τεχνολογία αυτή πρέπει να δοκιμαστεί -όπως είπε- πολύ ακόμη, αλλά και να «ανοίξει» περαιτέρω, ώστε να έχει και πιο σύνθετη λειτουργία -για παράδειγμα να μπορεί να κινεί ταυτόχρονα ένα χέρι και ένα πόδι.

Υπενθυμίζεται ότι, όπως είχε ανακοινωθεί την περασμένη άνοιξη, στο πανεπιστήμιο του Μπράουν στις ΗΠΑ, δύο τετραπληγικοί -που είχαν μείνει παράλυτοι μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο- κατόρθωσαν να κινήσουν με τη σκέψη τους ρομποτικούς βραχίονες. Για να γίνει αυτό, νευροχειρούργοι εμφύτευσαν διάταξη δεκάδων μικροσκοπικών ηλεκτροδίων, στον κινητικό φλοιό του εγκεφάλου τους, προκειμένου να καταγράφουν τα νευρωνικά σήματα σχετικά με τη σκέψη τους να κινηθούν. Τα σήματα αυτά αποκωδικοποιούνταν μέσω ειδικών αλγορίθμων από ηλεκτρονικό υπολογιστή, ο οποίος τα μετέτρεπε σε ψηφιακές εντολές για το ρομποτικό βραχίονα. Είναι ωστόσο νωρίς για να δούμε ευρύτερες εφαρμογές.

Θετικές εξελίξεις για τους ασθενείς με προβλήματα όρασης σε μια 10ετία

Πάντως, αν η κίνηση προσθετικών άκρων χάρη σε εγκεφαλικά εμφυτεύματα δεν αναμένεται να δει ευρεία εφαρμογή πριν την πάροδο μιας 20ετίας, οι ασθενείς με προβλήματα όρασης δεν θα χρειαστεί, κατά τα φαινόμενα, να περιμένουν τόσο για να επωφεληθούν από τα επιτεύγματα της βιοηλεκτρονικής.

«Σήμερα γνωρίζουμε τα κοχλιακά εμφυτεύματα. Ήδη, υπολογίζεται ότι έχουν γίνει περίπου 100.000-200.000 εμφυτεύσεις κοχλιακών εμφυτευμάτων παγκοσμίως. Τα εμφυτεύματα αυτά αποτελούνται από δύο τμήματα, εκ των οποίων το ένα βρίσκεται μέσα στο αυτί και το άλλο εκτός. Το ένα τμήμα λαμβάνει τον ήχο, τον επεξεργάζεται και τον περνά στο άλλο, το οποίο δίνει ηλεκτρονικά ερεθίσματα και δημιουργεί την αίσθηση της ακοής. Κάτι αντίστοιχο ετοιμάζεται για την όραση, αλλά αυτό είναι βέβαια εξαιρετικά πιο πολύπλοκο και θα χρειαστεί μια δεκαετία μέχρι να μπορέσει να εφαρμοστεί ευρύτερα», σημείωσε ο κ.Μαλλιάρας, ενώ ερωτηθείς για το κόστος αυτών των συσκευών και το πόσο προσιτές θα είναι στον μέσο ασθενή, απάντησε ότι, αν και η ερώτηση αυτή είναι δύσκολο να απαντηθεί τώρα, στην περίπτωση των κοχλιακών εμφυτευμάτων για την ακοή, που ήδη εφαρμόζονται εδώ και κάποια χρόνια, το κόστος είναι «ανεκτό» σε σχέση με το αποτέλεσμα.

Ερωτηθείς για το αν οι εφαρμογές της νανοτεχνολογίας στον τομέα της υγείας αλλά και ευρύτερα εγκυμονούν και κινδύνους, εκτός από ευκαιρίες, ο υπεύθυνος του Εργαστηρίου Νανοτεχνολογίας του ΑΠΘ, Στέργιος Λογοθετίδης, επισήμανε από την πλευρά του ότι «κάθε φορά που μια επιστήμη βγάζει κάτι καινούργιο, υπάρχουν άνθρωποι που θα εκμεταλλευτούν τα αποτελέσματά της [όχι πάντα με τον ιδανικό τρόπο]».

Ενδεικτικά ανέφερε ότι κάποια από τα είδη που διαφημίζονται ως προϊόντα εφαρμογών νανοντεχολογίας είναι αμφίβολο αν πράγματι είναι τέτοια. Πρόσθεσε ότι, ειδικά για την υγεία, κάθε πρακτική εφαρμογή «θα πάρει πολλά χρόνια και θα χρειαστεί πολλά πειράματα» μέχρι να φτάσει στην πράξη, καθώς μεταξύ άλλων ερευνάται και το θέμα της «νανοτοξικότητας» (nanotoxicity), δηΛαδή της επίδρασης που μπορεί να έχει στους οργανισμούς η εισαγωγή νανοσωματιδίων, π.χ., σε μορφή φαρμάκων._