Αθήνα - (Ανταπόκριση Μαρία Κουζινοπούλου)
Εμβιομουσική ή πώς ο εγκέφαλος γίνεται μουσικό όργανο
Οι μουσικοί παίρνουν τη θέση τους στη σκηνή και το κονσέρτο ξεκινάει. Μόνο που αυτήν τη φορά δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη συναυλία: ο εγκέφαλος είναι το μουσικό όργανο, τα συναισθήματα οι νότες και οι ανθρώπινες κινήσεις τα μουσικά κλειδιά. Κι όμως, δεν πρόκειται για σενάριο επιστημονικής φαντασίας, αλλά για τον νέο κλάδο της εμβιομουσικής, τον οποίο ερευνά ο αναπληρωτής καθηγητής του ΑΠΘ, Λεόντιος Χατζηλεοντιάδης. Σε μία εποχή που ένα από τα μεγάλα στοιχήματα διεθνώς είναι η εξερεύνηση και χαρτογράφηση του εγκεφάλου (η Ευρωπαϊκή Ένωση χρηματοδοτεί ένα μεγάλο πρόγραμμα με τίτλο «Human Brain Project» με τη συμμετοχή 135 ερευνητικών ινστιτούτων), ένας νεοσύστατος κλάδος στον χώρο της Τέχνης, αυτός της εμβιομουσικής (biomusic) έρχεται να ανατρέψει τον τρόπο που διεξάγονται οι μουσικές παραστάσεις. Η εμβιομουσική δημιουργήθηκε ως αποτέλεσμα της συνύπαρξης της μουσικής σύνθεσης με τη βιοϊατρική. Στην εμβιομουσική οι ήχοι παράγονται από το ανθρώπινο σώμα, από τη λειτουργία του, τις κινήσεις του και τα συναισθήματα που το διακατέχουν. Η λειτουργία του σώματος επιδρά σε πραγματικό χρόνο στη μουσική σύνθεση και στα χαρακτηριστικά του παραγόμενου ηχητικού υλικού. Ένα χαρακτηριστικό δείγμα εμβιομουσικής «κατέθεσαν» ενώπιον του κοινού στην «Τεχνόπολις» του δήμου Αθηναίων ο συνθέτης και πολυπράγμων ερευνητής, Λεόντιος Χατζηλεοντιάδης, και η λυρική τραγουδίστρια, Αγγελική Καθαρίου, στο πλαίσιο του 1ου Φεστιβάλ Επιστήμης και Καινοτομίας, που συνδιοργάνωσαν ο Μη Κερδοσκοπικός Οργανισμός «SciCo» και το Βρετανικό Συμβούλιο. Οι δύο καλλιτέχνες παρουσίασαν για πρώτη φορά το έργο του Λεόντιου Χατζηλεοντιάδη «Geografia Seleste», βασισμένο στο ομότιτλο ποίημα του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μαρκές. Κατά τη διάρκεια της μουσικής παράστασης η Αγγελική Καθαρίου ερμήνευσε αποσπάσματα του έργου φορώντας τη συσκευή καταγραφής ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος EEG EMOTIV. Η αρχική παρτιτούρα του συνθέτη δημιούργησε την απαραίτητη διέγερση του εγκεφάλου της ερμηνεύτριας και στη συνέχεια η συσκευή κατέγραψε με τη βοήθεια αισθητήρων τα ηλεκτρικά σήματα του εγκεφάλου, με στόχο να ανιχνεύσει σκέψεις, συναισθήματα και εκφράσεις της τραγουδίστριας. Οι καταγραφές της συσκευής αναλύονταν από τον συνθέτη σε πραγματικό χρόνο και το κοινό είχε την ευκαιρία να δει σε οθόνη οπτικοποιημένα τα συναισθήματα του ερμηνευτή και να ακούσει πώς τα συναισθήματα αυτά επηρεάζουν την εξέλιξη του μουσικού έργου. «Ο ερμηνευτής βιώνει τα χαρακτηριστικά της μουσικής και τα μεταφέρει στο χώρο του εγκεφάλου. Μέσα από την καταγραφή το κοινό μπορεί να δει πώς βιώνει τα συναισθήματα του κειμένου ο ερμηνευτής και πώς τα συναισθήματα αυτά μεταφέρονται στον εγκέφαλο και μετά πάλι στον χώρο της μουσικής. Με τον τρόπο αυτό παράγεται μουσική σε πραγματικό χρόνο» εξηγεί ο Λεόντιος Χατζηλεοντιάδης. Το έργο «Geografia Seleste» ήταν το τέταρτο έργο εμβιομουσικής που παρουσίασε ο συνθέτης. Η αρχή έγινε το 2011 με τη «Μεταμόρφωση», έργο βασισμένο στο ομότιτλο λογοτεχνικό κείμενο του Κάφκα, που πρωτοπαρουσιάστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Σε αυτήν τη μουσική παράσταση ο ηθοποιός Τηλέμαχος Κρεβάικας φορούσε τη συσκευή καταγραφής ηλεκτροεγκεφαλογραφήματος, ενώ ο μαέστρος Θεόδωρος Αντωνίου είχε επιταχυνσιόμετρα στα χέρια του και διαμόρφωνε με τις κινήσεις του την πληροφορία που παρείχε η συσκευή καταγραφής. Τις πληροφορίες «έντυναν» μουσικά και ήχοι από «φυσικά», αλλά και ηλεκτρονικά μουσικά όργανα. Ακολούθησαν τα έργα ««Common brain» και «Brainsworm», η σύνθεση των οποίων εντάσσεται μαζί με το πιο πρόσφατο «Geografia seleste» στο ευρωπαϊκό πρόγραμμα «i-Treasures» για την καταγραφή του άυλου πολιτισμού, που χρηματοδοτείται από το 7ο πρόγραμμα- πλαίσιο της ΕΕ για την έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη. Εταίρος του προγράμματος είναι το Εργαστήριο Επεξεργασίας Σήματος και Βιοϊατρικής Μουσικής του ΑΠΘ, στο οποίο διδάσκει ο κ. Χατζηλεοντιάδης. Ο κλάδος της εμβιομουσικής ξεκίνησε να αναπτύσσεται από την ιατρική, για να μεταφερθεί στη συνέχεια στον χώρο των υπολογιστών. Παρόλο που η χρήση των βιοσημάτων είναι γνωστή στους επιστήμονες και μουσικούς για πάνω από 50 χρόνια, η αποτύπωση και χρήση σε πραγματικό χρόνο της διάδρασης ανθρώπου-υπολογιστή μέσω της μουσικής είναι πολύ καινούρια. Μέσα από την αναγνώριση και ανάλυση των σημάτων του ανθρώπινου οργανισμού, ο συνθέτης δημιουργεί νέους «τόπους» μουσικής σύνθεσης, τους οποίους συχνά ο Λεόντιος Χατζηλεοντιάδης εξερευνά για πρώτη φορά παγκοσμίως. «Επιχειρώ μια ολιστική προσέγγιση στη χρήση της πληροφορίας από το ανθρώπινο σώμα συνδυάζοντας τη συναίσθηση του εκτελεστή, την καταγραφή της πληροφορίας και τη διαχείριση των βιοσημάτων. Οι "χώροι" αυτοί αλληλεπιδρούν, όπως οι βιολογικοί οργανισμοί» επισημαίνει. Η ενασχόλησή του με την εμβιομουσική δεν είναι τυχαία: έχει βαθιά γνώση των τομέων της μουσικής (είναι κάτοχος διδακτορικού διπλώματος σύνθεσης), των ηλεκτρονικών υπολογιστών (διδάσκει στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών του ΑΠΘ), αλλά και της βιοϊατρικής, την οποία «υπηρετεί» μέσα από ερευνητικές δραστηριότητες. Εξάλλου, βρίσκεται πίσω από μερικές από τις πιο καινοτόμες και πολυβραβευμένες ερευνητικές εφαρμογές των τελευταίων χρόνων, που ανέπτυξε μαζί με τους φοιτητές του, όπως το σύστημα καθοδήγησης και προσανατολισμού τυφλών «SmartEyes», το ασύρματο στηθοσκόπιο «Bluesteth», το σύστημα μετάφρασης της νοηματικής γλώσσας «Sign2Talk», το ευφυές σύστημα διαχείρισης πόνου «Epione» και το σύστημα υποστήριξης ασθενών με Αλτσχάιμερ «Symbiosis». Συνοδοιπόροι του στον χώρο της μουσικής είναι εδώ και πολλά χρόνια η βραβευμένη λυρική τραγουδίστρια (ερμηνεύτρια πολλών πρώτων εκτελέσεων έργων των Κουμεντάκη, Μαμαγκάκη και Τζορτζ Κραμπ) και διδάσκουσα στο Τμήμα Μουσικής Επιστήμης και Τέχνης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Αγγελική Καθαρίου, και ο διεθνούς φήμης αρχιμουσικός, Θεόδωρος Αντωνίου. Η συνεργασία του με την Αγγελική Καθαρίου έχει ως στόχο όχι μόνο την εξερεύνηση της εμβιομουσικής, αλλά γενικότερα τη διερεύνηση της αλληλεπίδρασης μεταξύ του ερμηνευτή και του συνθέτη, «από τη γέννηση του έργου και την επεξεργασία του κειμένου μέχρι την τελική ολοκλήρωσή του και την παρουσίασή του επί σκηνής», όπως λέει η κ. Καθαρίου. Κάθε έργο αντιμετωπίζεται από τους δύο καλλιτέχνες ως ένα διαφορετικό ηχητικό σύμπαν και ένας διαφορετικός κόσμος ιδεών. «Ξεκινήσαμε με την ιδέα ότι ο περφόρμερ δεν μπορεί να είναι απλά ο ερμηνευτής ενός έργου που το παραλαμβάνει ως έτοιμο προϊόν. Πάντα υπάρχει το περιθώριο να φιλτράρει το έργο, μέσα από τη δική του μουσική πραγματικότητα, ωστόσο θέλαμε κάτι περισσότερο. Μέσα από κάθε νέο έργο επεξεργαζόμαστε σε μεγαλύτερο βάθος την έννοια της σύμπραξης και εξερευνούμε πού τελειώνουν τα σύνορα της δράσης του περφόρμερ και πού αρχίζουν αυτά του συνθέτη. Το συμπέρασμα είναι ότι υπάρχει τέτοια ζύμωση που μέσα από τη συνεργασία βλέπουμε ότι επί της ουσίας είναι μια διαρκής συμπόρευση: τα βιώματα και η δουλειά του ενός επηρεάζουν τη δουλειά του άλλου» τονίζει η λυρική ερμηνεύτρια. Η διαδικασία παρουσίασης ενός έργου αποτελεί κάθε φορά ένα μοναδικό ταξίδι: από τη συζήτηση για τη σύλληψη της ιδέας του έργου μέχρι τη δημιουργία δεξαμενής ηχητικού υλικού, την επεξεργασία από τον συνθέτη του ηχητικού υλικού που θα αποτελέσει τον περιβάλλοντα χώρο, στο οποίο θα εξελιχθεί η περφόρμανς, και τελικά την ερμηνεία τού έργου, το οποίο ανάλογα με τη στιγμή και την ψυχολογική διακύμανση της ερμηνεύτριας, διαφοροποιείται. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον των δημιουργικών αναζητήσεων, η εξερεύνηση της εμβιομουσικής ήταν απλά το επόμενο στάδιο.