Copyright © 2009 Ιατρικά Θέματα
Η ελληνική οικογένεια
H Ελλάδα έχει τη χαμηλότερη συχνότητα γάμων στην Ε.Ε μετά την Ιταλία και την Ιρλανδία, με 4,2 γάμους ανά 1.000 κατοίκους, τη χαμηλότερη συχνότητα διαζυγίων, με 1,1 διαζύγιο ανά 1.000 κατοίκους και το χαμηλότερο ποσοστό παιδιών άγαμων μητέρων, μετά την Ιταλία που είναι 5%.
Τα στοιχεία αυτά ανέφερε ο ομότιμος καθηγητής Ψυχολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Δημήτριος Γεώργας, σε ομιλία που έδωσε στην Ελληνική Κοινότητα Μελβούρνης, με θέμα "Η ελληνική οικογένεια: Παρελθόν, Παρόν και Μέλλον".
Ο κ. Γεώργας βρέθηκε στη Μελβούρνη για να μιλήσει στο 27ο Διεθνές Συνέδριο Εφαρμοσμένης Ψυχολογίας.
Πριν από την ομιλία του κ. Γεώργα, ανακοινώθηκε ότι ερευνητές, μεταξύ των οποίων και ελληνικής καταγωγής, των αυστραλιανών πανεπιστημίων του RMIT και του ‘Swinburne’ προγραμματίζουν τη διενέργεια μεγάλης έρευνας για τα χαρακτηριστικά των ελληνικών οικογενειών της Αυστραλίας (συμπεριλαμβανομένων των ρόλων και αξιών των γονέων, του παππού και της γιαγιάς, των παιδιών και των συγγενών).
Αρχίζοντας την ενδιαφέρουσα ομιλία του, ο Έλληνας πανεπιστημιακός αναφέρθηκε πρώτα στο παρελθόν και στον ρόλο που έπαιξαν οικολογικά στοιχεία και ιστορικά γεγονότα στο χαρακτήρα και την εξέλιξη της ελληνικής οικογένειας.
Μεταξύ άλλων, δήλωσε ότι η σύνθεση και η εξέλιξη της οικογένειας επηρεάσθηκαν από τον πολύμορφο τοπολογικό χαρακτήρα της Ελλάδας και το γεγονός ότι οι άνθρωποι κατοικούσαν σε μικρά χωριά, ενώ κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας, έφευγαν από τα αστικά κέντρα σε απομακρυσμένες περιοχές και χωριά, για να προστατευθούν και να αποφύγουν τον κατακτητή.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Γεώργα, οι εξελίξεις που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα κατά τα τελευταία 30 χρόνια, επηρέασαν την ελληνική οικογένεια, καθώς στην περίοδο αυτή, παρατηρήθηκε μετακίνηση του πληθυσμού από τις αγροτικές περιοχές στις μεγάλες πόλεις.
"Μετά το 1980, η Ελλάδα έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με την ενίσχυση της ΕΕ παρατηρήθηκε οικονομική ανάπτυξη και εσωτερική μετανάστευση προς τις μεγάλες πόλεις για εξεύρεση εργασίας".
Σύμφωνα με τον καθηγητή Γεώργα, από τις πιο σημαντικές αλλαγές που έγιναν στην περίοδο αυτή, ήταν η ανάπτυξη της Παιδείας, γεγονός το οποίο επηρέασε ιδιαίτερα τον ρόλο της γυναίκας, που τώρα είχε μεγαλύτερες ευκαιρίες για να σπουδάσει.
Συγκεκριμένα, ανέφερε ότι με τις επιστημονικές έρευνες που έγιναν κατά την περίοδο αυτή, διαπιστώθηκαν αλλαγές στη δομή και τη λειτουργία της ελληνικής οικογένειας, με φαινόμενα όπως η αύξηση του αριθμού των πυρηνικών και μονογονεϊκών οικογενειών και των διαζυγίων.
Τόνισε, όμως, πως σε σύγκριση με άλλες χώρες της Ε.Ε., δεν έχουν σημειωθεί μεγάλες αλλαγές στην ελληνική οικογένεια.
"Αυτό σημαίνει ότι τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει τόσο ραγδαία," είπε ο κ. Γεώργας, επισημαίνοντας, επίσης, ότι η Ελλάδα συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των χωρών με τα χαμηλότερα ποσοστά πυρηνικών οικογενειών (38%) και τα υψηλότερα ποσοστά εκτεταμένων οικογενειών (22%).
Το φαινόμενο αυτή εξηγείται από το γεγονός ότι οι ελληνικές οικογένειες προσπαθούν να διατηρούν στενές σχέσεις και τα παιδιά παντρεμένα ή μη να ζουν μαζί ή κοντά με τους γονείς.
Στη συνέχεια αναφέρθηκε στις οικογενειακές αξίες και στους ρόλους των γονέων μέσα στην οικογένεια και σε σχέση με τα παιδιά, τις ευθύνες και υποχρεώσεις τους.
Κατά τον καθηγητή Γεώργα, οι αξίες οι οποίες άλλαξαν κατά τα τελευταία 30 χρόνια μέσα στην ελληνική οικογένεια είναι μόνο αυτές που αφορούσαν τον πατέρα, τις εξουσίες και ευθύνες του έναντι της οικογένειας. "Οι άλλες αξίες δεν άλλαξαν," είπε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, αναφερόμενος στα αποτελέσματα ερευνών για τα οικογενειακά δίκτυα και τις σχέσεις των πυρηνικών οικογενειών με τα μέλη της ευρύτερης οικογένειας, δήλωσε ότι η Ελλάδα και η Κύπρος συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των πρώτων χωρών όσον αφορά στις προσπάθειες διατήρησης και σύσφιξης των σχέσεων μεταξύ των μελών της οικογένειας. "Αυτό δείχνει ότι η ελληνική οικογένεια δεν είναι σε διάλυση," δήλωσε ο καθηγητής Γεώργας.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο καθηγητής Γεώργας αναφέρθηκε και σε αποτελέσματα ερευνών στο εξωτερικό, για να διαπιστωθούν αφενός οι αλλαγές στην οικογένεια και αφετέρου πόσο σημαντική είναι η διατήρηση της πολιτισμικής τακτικής και των χαρακτηριστικών της ομάδας ομοεθνών και των σχέσεών του με τους γηγενείς της χώρας υποδοχής.